γιόξα
(σύνδ.)
γιόξα
[ˈʝoksa]
Μαλακ., Σατ., Σίλ., Φερτάκ.
γιόχσα
[ˈʝoxsa]
Μισθ., Σινασσ., Φάρασ., Φλογ.
γι-όχτσα
[ʝiˈoxtsa]
Μισθ., Φάρασ.
γιοχσά
[ʝoxˈsa]
Μισθ.
γιογσά
[ʝoɣˈsa]
Μισθ.
γιόγουσα
[ˈʝoɣusa]
Φάρασ.
γιόουσα
[ˈʝousa]
Ουλαγ.
γιόξαμ
[ˈʝoksam]
Φάρασ.
Από τον τουρκ. σύνδ. yoksa = α) ή μήπως β) ειδεμή, ειδάλλως, όπου και διαλεκτ. τύπ. yohsa και yoksam.
1. Διαζευκτικός σύνδεσμος, ή μήπως
ό.π.τ.
:
'ληθιώτικο ένι γιόγουσα ψεματώτικο;
(Αληθινό είναι ή ψεύτικο;)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Ψέματα μι να πούμι, γιόξα αλ̑ήσεια μ';
(Ψέματα να πούμε, ή αλήθεια;)
Σίλ.
-Dawk.JHS
Διέβος είσαι γιόχσα ισάνι;
(Διάβολος είσαι ή μήπως άνθρωπος; )
Φάρασ.
-Αναστασ.
Σεράνdα μαχαίρια γκρεύεις, γιόξα σεράνdα αλόγατα γκρεύεις;
(Σαράντα μαχαίρια θέλεις, ή σαράντα άλογα θέλεις)
Τελμ.
-Dawk.
Τσειόδαν είκουσ' γιοχσά τριάνdα
(Ήταν είκοσι ή μήπως τριάντα)
Μισθ.
-Κοτσαν.
Ατά 'νι γαμπάχ' γιοχσά χι̂γιάρ';
(Αυτό είναι κολοκύθι ή αγγούρι;)
Μισθ.
-Φατ.
|| Ασμ.
Nύμφη, γιατί απόμ'νεικες από την συντροφιά σου;
Εσέν τα ρούχα σου βάρυναν γιόχσα τ' ασημικά σου;
ούτε τα ρούχα μου βαρούν ούτε τ' ασημικά μου
μόν' έσφαξαν το ταίρι μου πάνω στα γόνατά μου (Nύφη, γιατί έμεινες πίσω από την συντροφιά σου;
Σε βάρυναν τα ρούχα σου ή μήπως τ' ασημικά σου;
ούτε τα ρούχα μου βαραίνουν ούτε τ' ασημικά μου
μονο που έσφαξαν το ταίρι μου πάνω στα γόνατά μου) Σινασσ. -Lag. Συνών. γιά, γιαχούτ :1
Εσέν τα ρούχα σου βάρυναν γιόχσα τ' ασημικά σου;
ούτε τα ρούχα μου βαρούν ούτε τ' ασημικά μου
μόν' έσφαξαν το ταίρι μου πάνω στα γόνατά μου (Nύφη, γιατί έμεινες πίσω από την συντροφιά σου;
Σε βάρυναν τα ρούχα σου ή μήπως τ' ασημικά σου;
ούτε τα ρούχα μου βαραίνουν ούτε τ' ασημικά μου
μονο που έσφαξαν το ταίρι μου πάνω στα γόνατά μου) Σινασσ. -Lag. Συνών. γιά, γιαχούτ :1
2. Ερωτηματικός σύνδεσμος, μήπως
Σίλ., Φάρασ.
:
Γιόγουσα μο τ' έν κανείνα μαργάωσετε μα;
(Μήπως μαλώσατε με κανέναν;)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Γιόξα τσ̑η στράτ’ είρις του;
(Μήπως τον είδες στον δρόμο;)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Συνών.
μάκαρες, μη, μπέλκι :1
3. Ειδεμή, ειδάλλως
Μαλακ., Μισθ., Φερτάκ.
:
Να πάγου να το πω του βασιλέγα γιόξα δώσετ' κι εμένα
(Δώστε μου κι εμένα, ειδάλλως θα πάω να το πω στο βασιλιά)
Φερτάκ.
-Αλεκτ.
Στάσι άλλου να μη γουντουκλαΐζεις γιοχσά μη πατλαΐσου
(Σταμάτα πια να με γαργαλάς, αλλιώς θα σκάσω)
Μισθ.
-Κοτσαν.
Συνών.
γιαχούτ :2