ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ικιντί (ουσ. ουδ.) ικ͑ινdί [ikʰinˈdi] Ανακ., Μαλακ., Φλογ. ικινdίς [icinˈdis] Φλογ. 'κινdί [cinˈdi] Αξ., Τροχ. ικινdού [icinˈdu] Σίλ., Σινασσ. Από το τουρκ. ουσ. ikindi = η ώρα της απογευματινής προσευχής. Ο τύπ. ικινdίς με συνήθη για τα επιρρ. αναλογ. προσθήκη τελικού -ς.
1. Aπόγευμα ό.π.τ. : Ως το 'κινdί γύρ'σαν, γύρ'σαν (Μέχρι το απόγευμα τριγύριζαν, τριγύριζαν) Τροχ. -Νίγδελ.Τροχ. Συνών. αργά :1, αργακεί, σπέρα, χατρά
2. Δειλινό Σίλ., Σινασσ.