ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ραχατλίκι (ουσ. ουδ.) ιραχατλίχ̇ι [iraxaˈtlɯxɯ] Φάρασ. ραχατλίχι [raxatˈliçi] Τσουχούρ. Από το τουρκ. ουσ. rahatlık.
Ηρεμία, απραξία ό.π.τ. : Τσίχλα ήμηστι σα έργατα· πού ήτουνι το ραχατλίχι; (Όλοι ήμασταν στις δουλειές· πού ήτανε η ανάπαυση και η σχόλη;) Τσουχούρ. -ΑΠΥ-Bağr. Πβ. γιορτή :2