ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ροθυμία (ουσ. θηλ.) ροθυμία [roθiˈmia] Φάρασ. Από το αρχ. ουσ. ῥαθυμία = άνεση, χαλάρωση, αδιαφορία.
Eπιθυμία : Φα τζαι 'δέ να 'ενεί η ροθυμία σου τεμάμι (Φάε κι εδώ για να εκπληρωθεί πλήρως η επιθυμία σου) Φάρασ. -Θεοδ.Παραδ. Να δα̈βεί η ροθυμία σου (Να σου περάσει η επιθυμία) Φάρασ. -Θεοδ.Παραδ. Η ροθυμία σου σήκωσεν το χωρίο μας ορτός (Η επιθυμία σου σήκωσε όρθιο το χωριό μας) Φάρασ. -Θεοδ.Ιστ. Συνών. γάλπι :3, θέλημα, μεράκι :3, μουράτι :1, ντιλέκι :1, χασιρέτι
Τροποποιήθηκε: 19/05/2025