ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

αποσπερίς (επίρρ.) αποσπερίς [apospeˈris] Αραβαν., Σινασσ. Νεότ. επίρρ. ἀποσπερίς, το οπ. από το νεότ. επίρρ. ἀποσπέρα με παραγωγ. επίθμ. -ίς αναλογ. προς άλλα επιρρ. σε -ίς. Η λ. στον Σομ.
Αργά το απόγευμα, προς το βράδυ ό.π.τ. : || Φρ. Αποσπερίς το άστρο (Το βραδινό άστρο˙ Αποσπερίτης) -Φωστ.-Κεσ. Συνών. ακσάμιναν, αποσπερού, αψαργάς