ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

αποπίσω (επίρρ.) αποπίσω [apoˈpiso] Αραβαν., Γούρδ., Ουλαγ. αποπίσου [apoˈpisu] Φάρασ. απουπίσου [apuˈpisu] Μαλακ. οποπίσω [opoˈpiso] Σίλ. οπαπίσω [opaˈpiso] Σίλ. 'ποπίσου [poˈpisu] Φάρασ. απαπίσω [apaˈpiso] Ουλαγ., Τελμ. 'πιπέσ' [pιˈpes'] Φάρασ. Από το μεσν. επίρρ. ἀποπίσω, το οπ. από την συνεκφ. της αρχ. πρόθ. άπὸ και του αρχ. επιρρ. ὀπίσω. Ο τύπ. αποπίσου νεότ.
1. Από το πίσω μέρος ό.π.τ. : Eρχούνdουνε 'ποπίσου μου α λύκος, δώκα τα πιτούνι το ψωμί, πλερώθη· πάλι έρτσ̑εται αποπίσου μου (Ερχόταν ένας λύκος από πίσω μου, του έδωσα όλο το ψωμί, τέλειωσε· πάλι έρχεται από πίσω μου) Φάρασ. -Dawk. Ντο κορίσ̑' απαπίσω τ' γιαβάσ̑α γιαβάσ̑α πήε (Το κορίτσι πήγε πίσω της σιγά-σιγά) Ουλαγ. -Κεσ. Τρέχνω αποπίσω τ’ να το πιάσω (Τρέχω από πίσω του να τον πιάσω) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. || Φρ. ’ποπίσου τ’ς κρουν γκωδὠνε (Από πίσω της χτυπούν κουδούνια˙ για γυναίκα την οποία κακολογούν) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Συνών. καταπόδι, κατόπισα, ξοπίσω
2. Πίσω ό.π.τ. : Απαπίσω χώρ'σε ντο κορίτσ̑' ήτον (Είχε δει το κορίτσι (που ήταν) πίσω του) Ουλαγ. -Dawk. || Φρ. Οποπίσω τ' ένι (Πίσω του είναι˙ Ο δεύτερος στην σειρά) Σίλ. -Κωστ.Σ. Συνών. οπισινού, οπίσω :1