ξοπίσω
(επίρρ.)
εξοπίσω
[eksoʹpiso]
Τελμ.
ξοπίσω
[ksoʹpiso]
Φάρασ., Φκόσ.
ξοπίσου
[ksoˈpisu]
Αφσάρ., Τσουχούρ., Φάρασ.
ξουπίσου
[ksuˈpisu]
Σατ.
Από το αρχ. επίρρ. ἐξοπίσω.
1. Ξανά πίσω
ό.π.τ.
:
Πήγεν πάγασεν το θάλι ξοπίσου
(Πήρε την πέτρα ξανά πίσω)
Φάρασ.
-Dawk.
Θέ μου, δώτσ̑ε μες πουά χρόνες! Έπαρ' τα δεκαπέντε ξοπίσου
(Θεέ μου, μου έδωσες πολλά χρόνια! Πάρε πίσω τα δεκαπέντε)
Φάρασ.
-Θεοδ.Παραδ.
Πααίνκαν ση Άδανα, θερίσκαν τσ̑αι 'υρισκούσαν ξοπίσου
(Πήγαιναν στα Άδανα, θέριζαν και γύριζαν πίσω)
Φάρασ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
A ημέρα, δύο μέρι ήφαρίν dα ξοπίσου
(Μια μέρα, δύο μέρες τα έφερε πίσω)
Αφσάρ.
-Dawk.
’υρίστην ξοπίσου
(Γύρισε πίσω)
Φάρασ.
-Dawk.
Α υπάς για, τζο ’υριστείς ξοπίσω
(Θα πας, αλλά δεν θα ξαναγυρίσεις)
Σατ.
-Παπαδ.
Πούτ’ α ροΐν τζ̑ού ’βρε να φα, τζ̑αι ’υρίστην ξοπίσου σο Βαρασό
(Πουθενά μια ρώγα δεν βρήκε να φάει και γύρισε πίσω στα Φάρασα)
Φάρασ.
-Θεοδ.Ιστ.
Το φσ̑άχι δώτζ̑εν ση ναίκα του το δαχτυλίδι τ’ς ξοπίσου τζ̑’ είπεν τη «Τηδέ απιδέ χωριζούμεστε»
(Το παλληκάρι επέστρεψε το δαχτυλίδι στην γυναίκα του και της είπε «Από δω και στο εξής χωρίζουμε»)
Φάρασ.
-Θεοδ.Παραδ.
’ενότουν τουφάνι σο ρουσ̑ί, τσ̑αι απιδού στην άκρα ο παππούκα μου τζο μπόρκιν να ’υριστεί ξοπίσω
(Έγινε θύελλα στο βουνό, και γι’ αυτό ο παππούς μου δεν μπορούσε να γυρίσει πίσω)
Φκόσ.
-Παπαδ.
φήτσ̑ιν τα ατσ̑εί μαναχά τουν τσ̑αι τσ̑είνος πάλι ᾿υρίστην ξοπίσου σο σπίτι
(Τα άφησε εκεί μόνα τους, και εκείνος γύρισε πίσω στο σπίτι)
Τσουχούρ.
-Αναστασ.Μ.
|| Παροιμ.
Το ποτάμι του σ̑οτρά’ 'μbρό, ξοπίσου τζ̑ο 'υρίζεται
(Το ποτάμι που χύνεται μπροστά, πίσω δεν γυρίζει˙ Για πράξεις ή γεγονότα που έχουν γίνει και είναι αδύνατον να ακυρωθούν ή να αλλάξουν αποτέλεσμα)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
Λάφα θάλα κόντ'σις, ξοπίσου τσ̑ο 'υριέντι
(Λόγια (σκληρά σαν) πέτρες πέταξες, πίσω δεν γυρίζουν˙ πρέπει κανείς να προσέχει τι λέει, γιατί οι προσβολές δύσκολα ξεχνιούνται)
Τσουχούρ.
-ΑΠΥ-Bağr.
Δώκα σέ τα, ξοπίσω τζ̑ο παίρω τα
(Σου τα έδωσα, πίσω δεν τα παίρνω˙ τα δώρα δεν επιστρέφονται)
Φάρασ.
-Λεβίδ.Παροιμ.
|| Ασμ.
Άε Κωσταΐνε | Δώσ’ την ευσ̑ή σου
Να πάρουμ’ την Πόλη | Ρωμοί ξοπίσου ((Άγιε Κωνσταντίνε | δώσε την ευχή σου
να πάρουμε την Πόλη |οι Ρωμιοί πάλι πίσω)) Φάρασ. -Θεοδ.Τραγ.
Να πάρουμ’ την Πόλη | Ρωμοί ξοπίσου ((Άγιε Κωνσταντίνε | δώσε την ευχή σου
να πάρουμε την Πόλη |οι Ρωμιοί πάλι πίσω)) Φάρασ. -Θεοδ.Τραγ.
2. Από πίσω, ακολουθώντας
Φάρασ.
:
Παρπάτ'σαν, σα μπρον τη μερα̈́ ο λύκος, τσ̑αι ξοπίσου του ο τσ̑αχάλ’
(Περπάτησαν, μπροστά ο λύκος, και ξοπίσω του το τσακάλι)
Φάρασ.
-Θεοδ.Παραδ.
Συνών.
αποπίσω, κατόπισα
Τροποποιήθηκε: 17/06/2025