μπασούστουνα
(επίρρ.)
μπασ̑ούστουνα
[baˈʃustuna]
Μισθ.
μπασ̑ούστινα
[baʹʃustina]
πασ̑ουστουνα̈́
[paʃustuˈnæ]
Φάρασ.
Από το τουρκ. başüstüne = ναι, δηλωτικό συμφωνίας ή θετικής απόκρισης σε εντολή/οδηγία.
1. Αμέσως, μάλιστα, βεβαίωση ότι αυτό που ζητήθηκε θα πραγματοποιηθεί
ό.π.τ.