ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ντεβετζής (ουσ. αρσ.) ντεβεdζ̑ής [deveˈdʒis] Ανακ., Αραβαν., Γούρδ., Μαλακ., Ουλαγ., Τροχ., Φλογ. ντεβετζή [deveˈdzi] Ουλαγ., Σεμέντρ., Σίλ. τεβεdζή [teveˈdzi] Τροχ. ντεβετσής [deveˈtsis] Μισθ. ντα̈βα̈τζής [dævæˈdzis] Μισθ. Πληθ. ντεβεdζ̑ήδοι [deveˈdʒiði] Μαλακ. ντεβεdζ̑ήρε [deveˈdʒire] Γούρδ. νταβατζοί [davaˈdzi] Τσαρικ. ντεβεdζ̑ία [deveˈdʒia] Μισθ., Ουλαγ. ντα̈βα̈τζία [dævæˈdzia] Μισθ. Από το τουρκ. ουσ. deveci = καμηλιέρης.
Καμηλιέρης ό.π.τ. : Ήρτεν ένα ντεβεdζ̑ής, έχ' και τρία καμbήλια (Ήρθε ένας καμηλιέρης, έχει και τρία καμήλια) Φλογ. -Dawk. Απεκεί πέρνασε ντεβεdζ̑ήρε, και είραν το κορίσ̑' (Από εκεί πέρασαν καμηλιέρηδες, και είδαν το κορίτσι) Γούρδ. -Dawk. Έdεκάν ντο ντα ντεβεdζ̑ία (Το έδωσαν, ενν. το κορίτσι, στους καμηλιέρηδες) Ουλαγ. -Dawk. 'ς πατρίδα ερόδαν ντεβετσία, φέριξαν 'ντάμα τ'νι ένα ναέλ' πράμαδα (Στην πατρίδα ερχόταν καμηλιέρηδες και έφερναν μαζί ένα σωρό πράγματα) Μισθ. -Κοτσαν. 'Tουν ερόδαν ντα̈βα̈τζία, φέριξαν τάμα τ'νι ένα γαζά πραμάτειες (Όταν έρχονταν καμηλιέρηδες, έφερναν μαζί τους ένα σωρό πράγματα) Μισθ. -Κοτσαν. Πέρνασαν οι νταβατζοί, στάχαν τα καμπήλια (Πέρασαν οι καμηλιέρηδες, στάθηκαν οι καμήλες) Τσαρικ. -Καραλ. Συνών. καμηλάρης, καμηλάτης