ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ταρός (ουσ. αρσ.) ταρός [taˈros] Αραβαν., Γούρδ., Σατ., Σεμέντρ., Φάρασ. Πληθ. ταρόζια [taˈrozʝa] Αραβαν. Μεσν. ουσ. ταρός = ο χρόνος, η ώρα, το οπ. από το αρμεν. tar/ dar (դար) = αιώνας, περίοδος.
1. Ο καιρός ως συνεχής εξέλιξη και διαδοχή γεγονότων ή καταστάσεων, ο χρόνος ό.π.τ. : Oύτσ̑α πέρνανε ταρός τουν γκαι ζομbόλειναν λίγο τα μεράχια τουν (έτσι περνούσε ο καιρός του και ξεχνούσαν λίγο τους καημούς τους) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. || Φρ. Ο ταρός σο νdάιν τζ̑ό ’μbη (Ο καιρός στο σακί δεν μπήκε˙ για τους βιαστικούς) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Μη χάνετε τον ταρό σον άνεμο (Μη χἀνετε τον καιρό σας στον άνεμο˙ Μην χάνετε τον καιρό σας) Φάρασ. -Θεοδ.Ιστ.
2. Ο καιρός, η χρονική περίοδος κατά την οποία συμβαίνει ένα γεγονός ό.π.τ. : Ατζεί σον ταρό ο Χριστός πήγε σο Γεσθημανή το χωριό (εκείνο τον καιρό, ο Χριστός πήγε στη Γεσθημανή, στο χωριό) Καππ. -Lag. Ασ' Αdάμ και Εύας το ταρός ως τα μέρεζ μας (από τον καιρό της Εύας ως τις μέρες μας) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Μο d’ αν νταρός α τζ̑υνογάρ’ γκατιέσεν αν ’αγός (κάποια χρονική στιγμή (κάποτε) ένας κυνηγάρης (αετός) καταδίωξε ένα λαγό) Φάρασ. -Dawk. Ήρτεν ταρός να γεννήσω τα οβγά μ’ και να κάτσω απάνω τουν (ήρθε ο καιρός να γεννήσω τα αβγά μου και να κάτσω πάνω τους) Γούρδ. -Καράμπ. Εκεί τα ταρόζια Ελενίτσας τα πράφτερα ούλ-λο ένα ορμάν ντουν (εκείνα τα χρόνια οι πρόποδες της Ελενίτσας ήταν όλο ένα δάσος) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. 'στέρου ήρτ' ο ταρός τσ' ’εντ’σαν ντ' η ναίκα του και τ' άβγον του (έπειτα ήρθε ο καιρός και γέννησαν κι η γυναίκα του και το άλογο του) Φάρασ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Σον παλό τον ταρό ήτουν α βασιλός τζ΄ είσεν τρία γιοι (τον παλιό καιρό ήταν ένας βασιλιάς και είχε τρεις γιους) Σατ. -Παπαδ. || Φρ. Σον νταρόν γκορά (στον καιρό σύμφωνα˙ κατά τον καιρό, κάποτε) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Του Φαρχόκκου ο ταρός (του Φαρκόκου ο καιρός˙ η περίοδος ύστερα από τον τρύγο των αμπελιών, από τις 15 Σεπτεμβρίου έως τις 20 Οκτωβρίου, στη διάρκεια της οποίας τις Κυριακές ή τις γιορτινές μέρες τα παιδιά σχημάτιζαν ομάδες αγοριών και κοριτσιών και έχοντας μαζί τους τρόφιμα επισκέπτονταν διάφορες εκκλησίες, όπου και μαγείρευαν αλλά και έπαιζαν ή χόρευαν) Φάρασ. -Λουκ.Πετρ. || Παροιμ. Αφρούκα αφρούκα 'α νάρτει αν νταρός, τα ισάνε 'α κάτσουν σου φακουδού τη στσ̑άϊδη (σιγά σιγά θα έρθει ένας καιρός που οι άνθρωποι θα κάτσουν στης φακής τον ίσκιο˙ η δυσοίωνη πρόβλεψη των γεροντότερων ότι το ανθρώπινο είδος θα γίνει τόσο αδύναμο ώστε το φυτό της φακής θα φαντάζει δέντρο για τους ανθρώπους) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Το κεσκίνιν ντο μασ̑αίρι κόφτει, ζαΐρ ’α νά ’ρτει τσ̑’ αν νταρός ’α κορευτεί (το κοφτερό το μαχαίρι κόβει, όμως θα έρθει ο καιρός να στομώσει˙ για τους δυνατούς που κάποτε χάνουν τη δύναμη τους) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Συνών. αραλίκι, σαάτι, ώρα
3. Οι καιρικές συνθήκες Φάρασ. : || Ασμ. Τζ̑ι ’ύρτσ’ ο Θεός τον ταρόν σο σεπκίνι
λίμλωσ’ ο κόσμος, τζ̑ι ’ενόντουνα λίμλη
( Κι γύρισε ο θεός τον καιρό σε θύελλα
λίμνασε ο κόσμος, κι έγινε λίμνη)
Φάρασ. -Θεοδ.Τραγ.
Συνών. καιρός, χαβάς
Συνών. καιρός