ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

χιτς (επίρρ.) χιτς̑ [çitʃ] Σίλ., Σινασσ., Τροχ., Φάρασ. χιτς [çits] Ανακ., Σίλ. χετς̑ [çetʃ] Μισθ., Σίλ., Φάρασ. χετς [çets] Ουλαγ., Φάρασ. χις̑ [çiʃ] Αραβαν., Μισθ. χες̑ [çeʃ] Μισθ., Σίλ. χες [çes] Ουλαγ. 'ετς [ets] Ουλαγ. 'ες̑ [eʃ] Ουλαγ., Σεμέντρ. Από το τουρκ. επίρρ. hiç, όπου και διαλεκτ. τύπ. heç, hec, his, , .
1. Καθόλου ό.π.τ. : Χίτς̑ να φάγου ψωμί ρεν έχου, να φορώσου ρούχα ρεν έχου. νάχαλα μη dϋσ̑ϋνdζ̑ήσου; (Δεν έχω καθόλου ψωμί να φάω, δεν έχω ρούχα να φορέσω, πώς να μην προβληματιστώ;) Σίλ. -Dawk. Εκείνο το μέρα χιτς̑ ντεν είχε ισ̑τάχ' (Εκείνη την μέρα δεν είχε καθόλου όρεξη) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. 'γώ χετς̑ λέω τα (Εγώ δεν το λέω καθόλου) Φάρασ. -Dawk. Κρέμεται πάνου μας αν τ͑εχλικ͑ές με, χετζ̑ μη ρωτάτε τους τ͑εχλικ͑ές ένι! (Επικρέμεται πάνω μας ένας κ΄λινδυνος όμως καθόλου μη ρωτάτε τι κίνδυνος είναι!) Φάρασ. -Θεοδ.Ιστ. Χις̑ ντεν έν-νε γαΐλής (Καθόλου δεν συμφώνησε) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Χες ντέ σε χιώρ'σα (Καθόλου δεν σε είδα) Ουλαγ. -Κεσ. Ε, άλλο χιτς μη μιλάς (Ε, μη μιλάς καθόλου) Σινασσ. -Τακαδόπ. || Παροιμ. Η μα σου σαμού σε 'ένντσε, χετς τζ̑ο βρόντ'σε πάνου σου; (Η μάνα σου όταν σε γέννησε, καθόλου δεν βρόντησε πάνω σου;˙ το έλεγαν για ένα οκνηρό, «κοιμισμένο«» άτομο, επειδή πίστευαν ότι, αν βροντούσε ο ουρανός την ημέρα της γέννησης κάποιου, θα ξυπνούσαν τα αίματά του και θα γινόταν ζωηρός) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Σαbαχτάν το ντε γελά, το βραρύ χις̑ ντε γελά (Το πρωί όποιος δεν γελά, το βράδυ καθόλου δεν γελά˙ Αν είναι κάτι να σου βγει σε καλό, θα φανεί από την αρχή) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Συνών. γάτιαν, καθόλου
2. Εντελώς Σίλ., Φάρασ. Συνών. ντιπ
3. Τίποτα ό.π.τ. : Τρειζ μέρες χιτς̑ χιζΰρης ρεν γκαλατζ̑εύγει (Επί τρεις μέρες ο άγιος άνθρωπος δεν λέει τίποτα) Σίλ. -Dawk.
4. Ποτέ Σίλ., Φάρασ. : Ήdουνε αν γκρύο· χιτς̑ που 'dε τζ̑ούdουνε (Έκανε ένα κρύο τέτοιο που ποτέ (μέχρι τώρα) δεν είχε κάνει) Φάρασ. -Dawk. Συνών. ποτέ :1