ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

χλατώ (ρ.) χλατώ [xlaˈto] Φάρασ. Αόρ. χλάτ'σα [ˈxlatsa] Ουλαγ. Πιθ. από το τουρκ. ρ. kollamak = ψάχνω, επιβλέπω, καραδοκώ.
Ψάχνω Φάρασ. : Χλάτ'σε σου φσ̑αχού την τσάκα (Έψαξε στου αγοριού το στήθος) Φάρασ. -Dawk. Συνών. αραντίζω, γαργαλεύω :2, γιοκλαντίζω :2, ταρκουρώ