ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

έναγας (επίρρ.) έναγας [ˈenaɣas] Φερτάκ. έναγατις [ˈenaɣas] Φερτάκ. έναqι̂ς [ˈenaqɯs] Φλογ. Από το αριθμ. ένας, ουδ. ένα, και το χρον. επίρρ. γνες, αναλογ. κατά το άλλαγνες > άλλαγας. Πβ. γνες, άλλαγνες. Ο τύπ. έναγατις από *έναγατες, αναλογ. προς το κάποτε, κάποτες. Πβ. γνες, αλλαγνιά
Μια φορά, κάποτε ό.π.τ.