ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ούτε (σύνδ.) ούτε [ˈute] Ανακ., Μισθ., Σινασσ., Φερτάκ. ούτι [ʹuti] Μισθ. Αρχ. σύνδ. οὔτε. Η λ. πιθ. από την κοινή ν.ε.
Αρνητικός συμπλεκτικός σύνδεσμος, ούτε ό.π.τ. : Τι ήταν δεν ξέραμε, ούτε χριστιανοί ούτε Τούρκοι. Αβάνια έλεγάν τα. Τί ’νdαι; (Τι ήταν δεν ξέραμε, ούτε Χριστιανοί ούτε Τούρκοι. Τους έλεγαν Αβάνια. Τι είναι;) Φερτάκ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Είπα σε "καλησπέρα" και ούτε απάντηση δεν με έδωκες (Σου είπα "καλησπέρα" και δεν μου έδωσες ούτε απάντηση) Σινασσ. -Τακαδόπ. Oύτι δου μωρό βύζανι σου πεχερό τ' κουντά (Oύτε το μωρό δεν βύζαινε μπροστά στον πεθερό της) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Ντερέ άλλου ούτι ζυμώνει ούτι ψωμί δε σιάνει, ούτε τουντούρια έχουμ' (Τώρα πια ούτε ζυμώνει ούτε ψωμί δε φτιάχνει, ούτε ταντούρια έχουμε) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ || Φρ. Ούτε το γαϊdούρ' ντέ μπορ' να καλέψ' (Ούτε το γαϊδούρι δεν μπορεί να καβαλικέψει˙ ειρων. για ανεπρόκοπη γυναίκα) Μισθ. -Κωστ.Μ. || Ασμ. Nύμφη, γιατί απόμ'νεικες από την συντροφιά σου;
Εσέν τα ρούχα σου βάρυναν γιόχσα τ' ασημικά σου;
Ούτε τα ρούχα μου βαρούν ούτε τ' ασημικά μου
μόν' έσφαξαν το ταίρι μου πάνω στα γόνατά μου
(Nύφη, γιατί έμεινες πίσω από την συντροφιά σου;
Σε βάρυναν τα ρούχα σου ή μήπως τ' ασημικά σου;
Ούτε τα ρούχα μου βαραίνουν ούτε τ' ασημικά μου
μονο που έσφαξαν το ταίρι μου πάνω στα γόνατά μου)
Σινασσ. -Lag.
Σκλάβε μου πεινάς; Σκλάβε μου διψάς; Σκλάβε μου ρούχα γυρεύεις;
Ούτε πεινώ, ούτε διψώ, ούτε ρούχα γυρεύω
Σινασσ. -Lag.
Συνών. μήτε, μπιλέ, νε
Τροποποιήθηκε: 29/07/2025