ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ούτσα (επίρρ.) ούτσα ['utsa] Γούρδ., Μπέηκ., Σεμέντρ., Σίλατ., Τσαρικ., Φερτάκ. ούτσ̑α ['utʃa] Αξ., Αραβαν., Γούρδ., Καππ., Φερτάκ. αούτσ̑α [a'utʃa] Αξ., Τελμ., Τροχ., Φλογ. αούτσα [aʹutsa] Τσουχούρ. αβούτσα [aˈvutsa] Σινασσ. αβούτσ̑α [av'utʃa] Αραβ., Μαλακ., Ποτάμ., Σινασσ., Τροχ., Φλογ. αβουτσά [avu'tsa] Μαλακ., Ποτάμ., Σινασσ., Τροχ., Φλογ. βούτσα [ˈvutsa] Μισθ. αγούτσα [a'ɣutsa] Τελμ. χαούτσ̑α [xa'utʃa] Τσουχούρ., Φλογ. αβούτσι [aˈvutsi] Φάρασ. 'βούτσι [ˈvutsi] Φάρασ. αβουσί [avuˈsi] Φάρασ. αβού [aˈvu] Φάρασ. Από το μεσν. έτσι (< αρχ. οὕτως, οὑτωσί, βλ. Λεξ. Κριαρά). Για το δεικτικό προθετικό α- πβ. τα ποντιακά αέτσι, αβούτσι, αβού (Παπαδόπουλος 1958-1961, λ. αέτσι). Πβ. και τον τύπ. αβάι τον οπ. παραθέτει ο Καρολίδης, επισημαίνοντας ότι πρόκειται για ποντιακό τύπο του ιδιώματος Νικοπόλεως (Καρολίδης 1885: 132, 141).
1. Ως επίρρ., έτσι ό.π.τ. : 'ντερέ ντερέ έν'νε ούτσ̑α (Τώρα τώρα (πριν λίγο) έγινε έτσι) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Το να μποίκ' ούτσ̑α ντεν ντο ξεύρισ̑κα (Ότι θα έκανε έτσι δεν το περίμενα) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Ούτσ̑α να γενεί ντ’ όργου (Έτσι θα γίνει η δουλειά ) Μισθ. -Κοτσαν. Ούτσα τα λέισ̑καμ' πότ' τα τραγωρούμ' ατά (Έτσι τα λέγαμε όταν τα τραγουδούσαμε αυτά) -ΚΜΣ-ΚΠ280 'ς 'νεί αβούτσι ραδέ! (Ας γίνει έτσι λοιπόν!) Φάρασ. -Θεοδ.Παραδ. Ένι αβούτσι τζ̑' εσύ απιδέ (Έτσι είναι και για σένα εδώ) Φάρασ. -Dawk.Boy -Bούτσα ντέ 'ναιν μι, ταγή; -Βούτσα 'ναι ογλούμ, βούτσα 'ναι (-Έτσι δεν είναι, μπάρμπα; -Έτσι είναι παιδί μου, έτσι είναι) Μισθ. -Pernot.Gall. Το δεύτερο η στράτα πάλι είπεν ντα αβούτσι (Ο δεύτερος δρόμος έλεγε (στην επιγραφή) πάλι έτσι, τα ίδια) Φάρασ. -Παπαδ. Συνών. ατιά, ζαάρ, τουτσά, τσαχτσά
2. Ως δεικτ. αντων., τέτοιος ό.π.τ. : Ούτσ̑α αγάπεμα ντεν έντραντσα (Τέτοια αγάπη δεν είδα) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Πατισάους πήι σου νταμουρτζή, γιαπτούρσι, ούτσα 'να τὀπ' (Ο βασιλιάς πήγε στον σιδερά και παράγγειλε ένα τέτοιο τόπι) Τσαρικ. -Καραλ. Αβούτσ̑α κορίτσ̑α ζόρια τα βρίσκει κανείς (Τέτοια (καλά) κορίτσια δύσκολα βρίσκει κανείς, ενν. για νύφες) Σινασσ. -Λεύκωμα Σα βαρασ̑ώτικα σώζ αρέ κανείζ Βαρασ̑ώτ'ς τζ̑ό 'γραψε αβούτσι α χαρτίο (Στα φαρασιώτικα ως τώρα κανένας Φαρασιώτης δεν έγραψε ένα τέτοιο βιβλίο) Φάρασ. -Ζουρνατζ. || Φρ. Μ' ό,τσ̑ι γιάσκαλο κάτσ̑εις, ούτσ̑α γιαζíρια να μάρεις (Με όποιον δάσκαλο καθίσεις τέτοια γράμματα θα μάθεις˙ Ο μαθητής φέρει τα χαρακτηριστικά του δασκάλου του) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. || Παροιμ. Ένα αβούτσι α’ν τζ̑είνο το στσ̑υλί, του ‘αλεί πολύ τσ̑αι τζ̑ο μπορεί να δάτσ̑ει (ἐνας τέτοιος, σαν εκείνο το σκυλί που γαβγίζει πολύ και δεν μπορεί να δαγκάσει˙ για άνθρωπο που απλώς απειλεί χωρίς όμως να πραγματοποιεί τις απειλές του) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Συνών. καντάρ
3. Ως δεικτ. αντων., τόσος Αραβαν. : || Παροιμ. Αν ξεύρισ̑κα ούτσ̑α πολλά, να γκελετζέψω ήτουν μι το Χεό (Αν ήξερα τόσα πολλά, θα συνομιλούσα με τον Θεό˙ Απάντηση γι' αυτούς που ρωτούν συνεχώς) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Συνών. καντάρ