ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

καλέ (ουσ. ουδ.) καλέ [kaˈle] Αξ., Φλογ. γκαλέ [gaˈle] Ουλαγ. κ͑αλέ [kʰaˈle] Μισθ. γαλέ [ɣaˈle] Αραβαν., Τροχ. Αρσ. καλάς [kaˈlas] Φάρασ. γαλάς [ɣaˈlas] Αφσάρ., Σατ., Φάρασ., Φκόσ. Από το τουρκ. ουσ. kale = κάστρο, πύργος. Πβ. μεσν. ουσ. κουλά (< τουρκ. kule).
1. Πύργος, κάστρο ό.π.τ. : Τα τσ̑ουβάλια τ'νε ποίκαν ντα κ͑αλέ (Με τα κεφάλια τους (=των σκοτωμένων στρατιωτών) έφτιαξαν ένα κάστρο) Μισθ. -Dawk. Ση στράτα φοτές ’υριζούτουν ήρτεν 'ς ενάβου γαλάς ιράστα (Καθώς γύριζε στον δρόμο, ήρθε μπροστά σ' ένα άλλο κάστρο) Σατ. -Παπαδ. Τσ̑ινί το καλέ ήτον· ένα καλέ ήτον, σο Κετ͑ίρι, κάστρο παλιό ήτον (Το Τσινί ήταν το κάστρο· ένα φρούριο παλιό ήταν, στο Κετίρι) Φλογ. -ΙΛΝΕ 812 Οι Χριστενοί 'υρεύουν να με παγάσουν σα Τύανα, τζ̑απ' έσ̑ει καό γαλάς (Οι Χριστιανοί θέλουν να με πάνε στα Τύανα, όπου έχει καλό κάστρο) Φάρασ. -Θεοδ.Ιστ. Kαρσ̑ούς το είν’ το καλέ, θωρείς το μι; (To κάστρο που είναι απέναντι το βλέπεις;) Φλογ. -Pernot.Gall. || Παροιμ. Ο καλάς παιρνίσκεται ’ποπίσω (Το κάστρο από το πίσω μέρος κυριεύεται˙ συχνά για να επιτύχει ένα εγχείρημα χρειάζεται δόλος ή προδοσία) Φάρασ. -Λεβίδ.Παροιμ. Συνών. κάστρο
2. Το παιχνίδι κρυφτό Αξ., Τροχ. Συνών. μουλλώτικος, μπιτής