ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

καρλατίζω (ρ.) καρλατίζω [karlaˈtizo] Μαλακ., Σινασσ. Από το τουρκ. ρ. gırlamak = α) κοάζω β) κροταλίζω γ) γουργουρίζω (Redhouse). Λιγότερο πιθ. η ετυμολόγ. από το τουρκ. ρ. harlamak = α) συρίζω β) κοχλάζω γ) διαλεκτ., χρεμετίζω.
1. Για βατράχους και φίδια, κοάζω Σινασσ.
2. Για κότες, κακαρίζω Μαλακ.