έρχομαι
(ρ.)
έρχομαι
[ˈerxome]
Ανακ., Αραβαν., Ποτάμ., Σίλ., Τελμ., Φάρασ.
έρχουμαι
[ˈerxume]
Αξ., Αραβαν., Αφσάρ., Γούρδ., Ποτάμ., Τελμ., Φάρασ., Φερτάκ., Φλογ.
έρχουμι
[ˈerxumi]
Μαλακ., Μισθ., Σίλ., Τσουχούρ.
έρχουμου
[ˈerxumu]
Σίλ.
έρομαι
[ˈerοme]
Ουλαγ.
έρουμαι
[ˈerume]
Ανακ., Αξ., Ουλαγ., Ποτάμ., Σίλατ., Φλογ.
νέρχουμι
[ˈnerxumi]
Φάρασ.
έρουμι
[ˈerumi]
Μαλακ., Μισθ., Τσαρικ.
αέρουμι
[aˈerumi]
Σεμέντρ.
Παρατατ.
ερχόμουν
[erˈxomun]
Αραβαν., Γούρδ., Τελμ.
ερχούμουνα
[erˈxumuna]
Φάρασ.
'ρχούμουνα
[ˈrxumuna]
Φάρασ.
ερχούμουνε
[erˈxumune]
Αφσάρ., Τσουχούρ., Φάρασ.
ερχότομαι
[erˈxotome]
Φερτάκ.
ερχούτομαι
[erˈxutome]
Ποτάμ.
ερχούταμαι
[erˈxutame]
Ανακ., Σίλατ.
ερούταμαι
[eˈrutame]
Σίλατ.
έρουτομαι
[ˈerutome]
Ουλαγ.
ερούτονμαι
[eˈrutonme]
Αξ.
ερούτομαι
[eˈrutome]
Φλογ.
ερούdονμαι
[eˈrudonme]
Αξ.
ερόdομι
[eˈrodomi]
Μισθ.
ερόδουμι
[eˈroðumi]
Μισθ.
ερσ̑ινόντζ̑ισκα
[erʃiˈnondʒiska]
Σίλ.
ερσ̑ινόσκα
[erʃiˈnoska]
Σίλ.
αέρουτουνμι
[aˈerutunmi]
Σεμέντρ.
αέρινισ̑κα
[aˈeriniʃka]
Σεμέντρ.
Αόρ.
ήρτα
[ˈirta]
Αφσάρ., Καππ., Σίλ., Τσουχούρ., Φάρασ.
ήρθα
[ˈirθa]
Μισθ., Φερτάκ.
έρθα
[ˈerθa]
Σινασσ.
ήλτα
[ˈilta]
Αξ.
Υποτ.
έρθω
[ˈerθo]
Φερτάκ.
έρτω
[ˈerto]
Ανακ., Αξ., Αφσάρ., Γούρδ., Τσουχούρ., Φάρασ., Φερτάκ.
έρτου
[ˈerto]
Μισθ.
νάρτω
[ˈnarto]
Αξ., Αφσάρ., Τσουχούρ., Φάρασ.
νάρτου
[ˈnartu]
Σίλ., Φάρασ.
Προστ. Εν.
έλα
[ˈela]
Καππ.
έλ'
[el]
Αξ.
γέλα
[ˈʝela]
Σίλ.
γέλ'
[ʝel]
Αφσάρ.
έα
[ˈea]
Αφσάρ., Τσουχούρ., Φάρασ.
γιάdε
[ˈʝade]
Αφσάρ., Τσουχούρ., Φάρασ.
εδώ
[eˈðo]
Φάρασ.
Προστ. Πληθ.
ελάτε
[eˈlate]
Καππ.
ελάτ'
[eˈlat]
Καππ.
γελάτε
[ʝeˈlate]
Σίλ.
γελάτι
[ʝeˈlati]
Σίλ.
έλατε
[ˈelate]
Ποτάμ.
γιάτε
[ˈʝaτe]
Φάρασ.
γιάdε
[ˈʝade]
Αφσάρ., Τσουχούρ., Φάρασ.
γιάdεστε
[ˈʝadeste]
Αφσάρ., Τσουχούρ., Φάρασ.
εδώτι
[eˈðoti]
Φάρασ.
Από το αρχ. ρ. ἔρχομαι. Η προστ. γιάdε αρχικά ήταν μόνο πληθ. και σχηματίστηκε με βάση το έα με συνίζ. [ea > ʝa], δηλ. *εάτε > γιάτε > γιάdε με ηχηροπ. του μεσοφωνηεντ. /t/. Όταν το γιάdε επανερμηνεύτηκε ή εξελίχθηκε σε προστ. εν. σχηματίστηκε πληθ. γιάdεστε. Η υποτ. νάρτω από την φρ. νά 'ρτω. Οι φρ. με την σημ. ‘συναντώ’ ίσως να είναι μεταφρ. δάν. από το τουρκ. ras gelmek. Στις φράσεις με την σημ. ‘είμαι ικανός, μπορώ’ ίσως να έχουμε μεταφρ. δάν. από το τουρκ. elimden gelmek. Η φρ. έρχουμαι 'ς το χάχι σου είναι ίσως μεταφρ. δάν. από το τουρκ. hakkindan gelmek. Οι φρ. που σχετίζονται με τον νου ή το μυαλό είναι ίσως μεταφρ. δάν. από το τουρκ. aklıma gelmek ή το aklı başına gelir. Η φρ. έρτσ̑εται σο καdζ̑ί μου ίσως είναι μεταφρ. δάν. από το τουρκ. sözüme gelior. Οι φρ. που σχετίζονται με τον ύπνο ή την νύστα ίσως είναι μεταφρ. δάν. από του τουρκ. uykum gelmek. Στις χρονικές προτάσεις όπου ο ενεστώτας χρησιμοποιείται με σημασία παρατατικού, έχουμε επίδραση της αντίστοιχης τουρκικής σύνταξης, π.χ. Gelir iken, konuştum = Ενώ ερχόμουν, μίλησα. Στην Σίλλη όπου το κάσουμου χρησιμοποιείται προκειμένου να προσδώσει μιά έννοια διάρκειας ή επιτείνει την σημασία του ρήματος ίσως να έχουμε τουρκ. επίδραση (βλ. Dawkins, σ. 199). Οι προστ. με εδ- ίσως ανάγονται στο εδώ, με την έννοια ότι το συγκεκριμένο επίρρ. αρχικά χρησιμποιήθηκε δεικτικά ως β' εν. προστ. του ΕΡΧΟΜΑΙ και στην συνέχεια με την προσθήκη του κλιτικού επιθ. -τι σχηματίστηκε και το β' πληθ. προστ. (πβ. Bağriaçik 2018: 55).
1. Έρχομαι, πηγαίνω στον τόπο που βρίσκεται ο συνομιλητής
ό.π.τ.
:
Με τ' εσέ δεν έρχομαι
(Μαζί σου δεν έρχομαι)
Ανακ.
-Cost.
Έρχεται ο νομάτη μου
(Έρχεται ο άντρας μου)
Φάρασ.
-ΕΚΠΑ 2142
Έρτσ̑εται αφτέν του. Φύετε
(Έρχεται ο ιδιοκτήτης του. Φύγετε)
Φάρασ.
-Dawk.
Θωρεί 'τι πασ̑χά βόϊδιν τζ̑ο 'ρτζ̑εται
(Βλέπει ότι άλλο βόδι δεν έρχεται)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Έρχουνdαι 'σ' την Τσ̑ισάραν τη μερέ
(Έρχονται από τα μέρη της Καισάρειας)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Έρχονdι ρυό παιριά από είκοσ̑ι χρονού
(Έρχονται 2 παιδιά 20 ετών το καθένα)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Έρομαι απ' το σπίτι μ'
(Έρχομαι από το σπίτι μου)
Ουλαγ.
-Καρολ.
Έρουμεστε τ' σαbαχτάν, κόφτουμ' ντο
(Ερχόμαστε το πρωί και το κόβουμε)
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
E σε μας δεν έριδι, βλέπεις;
(Ε σε μας δεν έρχεται (το πώς λέγεται αυτό στα Μιστιώτικα), βλέπεις;)
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
Μη ερχούσουν αδέ, τίπως τζ̑ο 'ινούσκουσουν
(Αν δεν ερχόσουν εδώ, τίποτα δεν θα γινόσουν)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Dράντσα το ερούτον, έφυγα
(Τον είδα που ερχόταν κι έφυγα)
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
'τουν ερόδαν Τούρτσ' καταβαίνιξαμ' σα γκα̈λάρια
(Όταν έρχονταν οι Τούρκοι κατεβαίναμε στα υπόγεια)
Μισθ.
-Κοτσαν.
Αν ερόdουν τσ̑αού, μησ̑τικό ντε (ν)α 'ου σαλντίσου ήdουν οπίσ'
(Αν ερχόταν εδώ, δεν θα τον άφηνα να επιστρέψει νηστικός)
Μισθ.
-Φατ.
Bγαίνιξαμ' απ' ιτά 'ου γιάνι, φούρου φούρου, ούλου 'ου γιαζού κρούϊξαμ' ντου κατ', ερόμιστι απ' τ' άλλου γιάν'
(Βγαίναμε από αυτή την μεριά, γύρω γύρω, όλα τα χωράφια τα χτυπούσαμε (τα πουλιά), ερχόμασταν από την άλλη μεριά)
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
Ήρτεν μπαbά μ'
(Ήρθε ο μπαμπάς μου)
Ανακ.
-Cost.
Αν πας σ' Αποστολάρια σου χωριό, σα Μέσα Απόστολοι, δα σπίτια ούλα δα ποίκαν ούλα, 'τουν ήρταν απ' του προσφυγιά
(Αν πας στους Αποστόλους στο χωριό, στους Μέσους Αποστόλους, τα σπίτια όλα τα έκαναν όλα, όταν ήρθαν από την προσφυγιά)
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
'Φότες χα νάρτεις, 'ς ήρτις τηνευίτσ̑α
(Αφού ήταν να'ρθεις, ας είχες έρθει το πρωί)
Φάρασ.
-Bağr.
Η χαϊρλούσσα ήρτιν
(Η καλότυχη ήρθε)
Αφσάρ.
-Αναστασ.
Εσύ έρθες για το φάσιμον
(Εσύ ήρθες για να φας)
Σινασσ.
-Αναστασ.
Σ̑ήμερα μη έρτεις στο σπίτ'
(Σήμερα δεν θα έρθεις στο σπίτι)
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
Ντεριά να έρτουμ'
(Τώρα θα έρθουμε)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
ως νά 'ρτ'
(μέχρι να 'ρθει)
Ανακ.
-Cost.
Αν έρτου 'ντεετσού, να τσακώσου δα π'ταάρια σ'
(Άμα έρθω εκεί, θα σου σπάσω τα πόδια)
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
'ς έρτει ο υγιό σου, ντα ιδώ
(Ας έρθει ο γιος σου να τον δω)
Φάρασ.
-Dawk.
Βρεήστα ας ερτ' άντρα τ'
(Φώναξε να έρθει ο άντρας της)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Ότις έρτ' κουνdά 'ς του τζ̑ιdζ̑ί γ̇ινdά
(Όποιου η πέτρα πέσει πιο κοντά στο σημάδι αυτός κερδίζει)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Kόρη του βαβάν τζ̑ης βλέπει του, ώσπου να νάρτει
(Η κόρη του περιμένει τον πατέρα της, ώσπου να'ρθει)
Σίλ.
-Dawk.
Να νάρτεις σο αβτζ̑η-Μουράτ ντο χίσ̑μί
(Μακάρι να σε βρει η οργή του Κυνηγού Μουράτ)
Φάρασ.
-Dawk.
Να νάρτουμ' τσ̑αι μεις 'dάμα σας;
(Να έρθουμε και μεις μαζί ας;)
Αφσάρ.
-Αναστασ.
Να νάρτουν πάλι 'ς 'ερτουν
(Αν θα έρθουν λοιπόν, ας έρθουν)
Φάρασ.
-Θεοδ.Ιστ.
Έλα, θείο
(Έλα, θείε)
Ανακ.
-Cost.
Εκτέτε ελ', 'α σε πάρω
(Μετά έλα, θα σε πάρω (για άντρα μου))
Αξ.
-Dawk.
Γέλα να ριουμ' τσ̑ις 'σου
(Έλα να δούμε ποιος είσαι)
Σίλ.
-Dawk.
Ελάτ' να σε πάρω
(Έλα να σε πάρω (για γυναίκα μου))
Αξ.
-Dawk.
Dώκαμ' ντου γιολούχ, ελάτε, σεμαεύτη
(Δώσαμε τα χρήματα, ελάτε, αρραβωνιάστηκε)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Ελάτ' 'ς σου γάμου
(Σας προσκαλούμε στον γάμο)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Γελάτι να ριουμ' ένα χισάbι
(Ελάτε να δούμε ένα ξεκαθάρισμα)
Σίλ.
-Dawk.
Γι-άdε τα 'πιτόβραδα
(Ελάτε το βραδάκι)
Φάρασ.
-Dawk.
Γι-άτε να πάρουμ' 'ντάμα α μέγο 'μασία
(Έλατε να πάρουμε μαζί έναν μεγάλο όρκο)
Φάρασ.
-Θεοδ.Ιστ.
Έα, 'α ισταθώ
(Έλα, (μαζί σου) θα μείνω)
Αφσάρ.
-Dawk.
Να ήρτεν γκαι να ντράντσεν
(Να ερχόταν και να έβλεπε)
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
Του να μη ήρτεν! Ήρτεν πάλι!
((Που να μην ερχόταν! Πάλι ήρθε!))
Φάρασ.
-Αναστασ.
Να' ρτουν τα χαμένα να φάνε
(Να 'ρθουν οι πεθαμένοι να φάνε (από το φαγητό που αφήναν στο τραπέζει του μνημόσυνου ειδικά για τους νεκρούς και το έτρωγαν μόνο οι άνθρωποι του σπιτιού την επόμενη μέρα))
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Ενανgαλώς ήρτις! Μην ήρτις, να πάου να σ' αραΐσου ήdουν
(Ευτυχώς που ήρθες. Αν δεν ερχόσουν, θα σε έψαχνα)
Μισθ.
-Φατ.
Να ντα είπα ήdουν, να έρτ' τουν. Dεν ντα είπα dεΐ, νταρήλτ'σ̑ι, ντεν ήρτι
(Αν του το είχα πει, θα είχε έρθει. Επειδή δεν του το είπα, θύμωσε, δεν ήρθε)
Μισθ.
-Φατ.
Τα λαλέματα όσον παγαίνισκαν, ήρχοντο εκεί κοντά τ'· ύστερα ήρταν, στάθαν στο τρυπί τ' απέρα· τρανά 40 αγρίους δράκους
(Οι φωνές όσο πήγαινε πλησίαζαν εκεί κοντά· ύστερα έφτασαν, στάθηκαν απέναντι από την τρυπούλα του (στην οποία κρυβόταν ο ήρωας)· βλέπει 40 άγιρους δράκους)
Σινασσ.
-Αρχέλ.
'ποτέ έρσ̑εται, είδεν δυο παιδιά
(Καθώς ερχόταν, είδε δυο παιδιά)
Ποτάμ.
-Dawk.
Έρχουμου κάσουμου
(Έχώ σχεδόν φτάσει, ήρθα πια)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Έρτσ̑ινόντζ̑ισκα κι κασινόντζ̑ισκα
(Ερχόμουν κι ερχόμουν, είχα σχεδόν έρθει)
Σίλ.
-Dawk.
Ἀ νέρχουμι
(Θα έρχομαι)
Φάρασ.
-Bağr.
Μπιρινή τσ̑η γουλτώσου, ρο πουρ' να νάρτου
(Πριν την τελειώσω, δεν μπορώ να έρθω)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Ἀ νάρτου
(Θα έρθω)
Φάρασ.
-Bağr.
'σείς μένα να με πιἀσετε, αμόν κλέφτη πάνω έρτζεστε μοτό ραβδία τζαι μοτό μαχαίρι τζαι μοτό ξύα 'γνένdα μου
(Εσείς για να με πιάσετε, έρχεστε καταπάνω μου όπως (θα πέφτατε) πάνω σε έναν κλέφτη, με ραβδιά, μαχαίρια και ρόπαλα = Ματθ. 26.55 Ὡς ἐπὶ λῃστὴν ἐξήλθετε μετὰ μαχαιρῶν καὶ ξύλων συλλαβεῖν με)
Φάρασ.
-Lag.
Σπίτ' 'τουν ερόδουσι, καθάριζιτ' ναυλιές
(Όταν ερχόσουν στο σπίτι, καθαρίζατε τις αυλές)
Μισθ.
-ΑΠΥ-ΕΝΔ
|| Φρ.
Έρχουμαι ράστι
(Έρχομαι (σε) συνάντηση˙ Συναντώ (τυχαία))
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Έρχουμαι ρέσκια
(Έρχομαι (σε) συνάντηση˙ Συναντώ (τυχαία))
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
Έρχομαι ιρέσια
(Έρχομαι (σε) συνάντηση˙ Συναντώ, βρίσκω (τυχαία))
Τελμ.
-Dawk.
Έρομαι ιράς
(Έρχομαι (σε) συνάντηση˙ Συναντώ (τυχαία))
Ουλαγ.
-Κεσ.
Έρχουμαι (ι)ράστα
(Έρχομαι (σε) συνάντηση˙ Συναντώ (τυχαία))
Φάρασ.
-Ανδρ.
Ασ' τα χέρια τ' έρχετ'
(Έρχεται απ' τα χέρια του˙ Είναι στο χέρι του, μπορεί)
Αραβαν.
-Μαυρ.-Κεσ.
Έρετ' ασ' τα χέρια τ'
(Έρχεται απ' τα χέρια του˙ Είναι στο χέρι του, μπορεί)
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
Απ' το χέρι τ' έρεται
(Έρχεται απ' τα χέρια του˙ Είναι στο χέρι του, μπορεί)
Ουλαγ.
-Κεσ.
Έρσ̑ιτι οπ' τον σ̑έρι του
(Έρχεται απ' το χέρι του˙ Είναι στο χέρι του, μπορεί)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Έρχεται ασ' το μύτα μ'
(Έρχεται απ' τη μύτη μου˙ Στενοχωριέμαι πολύ σε σχέση με τη μικρή απόλαυση που προηγήθηκε)
Φάρασ., Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Έρτσ̑εται σ' το μύτι μου
(Έρχεται απ' τη μύτη μου˙ Στενοχωριέμαι πολύ σε σχέση με τη μικρή απόλαυση που προηγήθηκε)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Έρτσ̑εται σ' τα σ̑έρε του
(Έρχεται απ' τα χέρια του˙ Είναι στο χέρι του, μπορεί)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Σο χεσάπι μ' dεν έρχεται
(Στον λογαριασμό μου δεν έρχεται˙ Δεν με συμφέρει)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Dο χεσάbι μ' dεν έρεται
(O λογαριασμός μου δεν έρχεται˙ Δεν με συμφέρει)
Ουλαγ.
-Κεσ.
Έρουνdι σου μελό μ'
(Έρχονται στο μυαλό μου˙ Τα αναλογίζομαι)
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
Παίνου τσι έρουμι
(Πηγαίνω κι έρχομαι˙ Πηγαινοέρχομαι)
Μισθ.
-Κοτσαν.
Έρεται ντο κιφάλι μ'
(Έρχεται στο κεφάλι μου˙ Μου συμβαίνει κάποιο κακό)
Ουλαγ.
-Κεσ.
Έρτσ̑εται σο τζ̑ουφάλι μου
(Έρχεται στο κεφάλι μου˙ Μου συμβαίνει κάποιο κακό)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Νους του έρσ̑ιτι 'ς κεφάλιν ντoυ
(Ο νους έρχεται στο κεφάλι του˙ Έρχεται στα συγκαλά του)
Σίλ.
-Dawk.
Έρτσ̑εται 'ς αχ̇ίλι μου
(Έρχεται στο μυαλό μου˙ Θυμάμαι)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Έρτσ̑εται ο νους μου σο τζ̑ουφάλι μου
(Έρχεται ο νους μου στο κεφάλι μου˙ Λογικεύομαι)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Έρχομαι 'ς σα γόνατα
(Έρχομαι στα γόνατα˙ Γονατίζω)
Φάρασ.
-Ανδρ.
Ήρτεν ξολοπίσω
(Ήρθε πίσω˙ 1. Έπεσε ανάσκελα, 2. Ξαναγύρισε πίσω, 3. Γύρισε από την άλλη μεριά)
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
Ήρτεν ντο ύπνος
(Του ήρθε ύπνος˙ Νύσταξε)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Ήρτιν ο ύπνου μου
(Μου ήρθε ύπνος˙ Νύσταξα)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Ήρτι γύπνους
(Ήρθε ύπνος˙ Ήρθε νύστα)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Ήρταν τα λερά τ'
(Ήρθαν τα νερά της˙ Έσπασαν τα νερά της)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Ήρτιν ντουμάν' στο τσ̑ουφάλ'
(Ήρθε καπνός στο κεφάλι˙ Ήρθε σκοτοδίνη)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Ήρτα σο τόbε
(Ήρθα στο ήμαρτον˙ Μετάνιωσα και ζητώ συγχώρεση)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
Ας έρτ' το μένεμα σ'
(Ας έρθει το μήνυμα (του θανάτου) σου˙ κατάρα)
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
|| Παροιμ.
Έρχεται ένα ταρός βρίεις το κι έρχεται άλλο ταρός φιλάς το χέρι τ'
(Έρχεται ένας καιρός (που) τον βρίζεις, κι έρχεται άλλος καιρός (που) φιλάς το χέρι του˙ Πρέπει να φερόμαστε ανάλογα με τις περιστάσεις)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Έρτσ̑εται τα όξου τσ̑αι κατακουά τα 'πέσου
(Έρχεται το έξω και κυνηγά το μέσα˙ Όταν οι νεοφερμένοι παραγκωνίζουν τους παλιούς)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
Όνdενε παίνισ̑κες εσ̑ύ, εγώ ερχόμουν
(Εσύ όταν πήγαινες, εγώ ερχόμουν˙ Έλα, παππού μου, να σου δείξω τα αμπελοχώραφά σου)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Συ 'φότες πααίνκες, 'γώ 'ρχούμουνα
(Εσύ όταν πήγαινες, εγώ ερχόμουν˙ Έλα, παππού μου, να σου δείξω τα αμπελοχώραφά σου)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
Εσ̑ύ 'τον ἐπαισ̑κες, εγώ ερούτονμαι
(Εσύ όταν πήγαινες, εγώ ερχόμουν˙ Έλα, παππού μου, να σου δείξω τα αμπελοχώραφά σου)
Φάρασ.
-Μαυρ.-Κεσ.
Ήρτ' ο κως του 'ς στο τ'άρι τσ̑αι πααίνει αρα̈́ να 'εννήσει
(Έφτασε ο κώλος του στα στενά και πάει τώρα να γεννήσει˙ Για εκείνους που περιμένουν την τελευταία στιγμή για να κάνουν κάποια δουλειά που έχουν (όπως οι κότες που τρέχουν γρήγορα στην φωλιά τους να γεννήσουν, όταν τις σφίγγει το αυγό))
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
Πολλά Πασκαλιές ήρταν γκαι πέρνασαν
(Πολλές Πασχαλιές ήρθαν και πέρασαν˙ Για αυτούς που υπόσχονται κάτι κι αργούν να εκτελέσουν την υπόσχεσή τους)
-Φωστ.-Κεσ.
Έπρεπε να μην έρτεις. Αδαρά που 'ρτες, κάτζε να φάμε
(Δεν έπρεπε να έρθεις αλλά, αφού ήρθες, κάτσε να φάμε˙ Για εκείνους που κάνουν πώς ντρέπονται ή δεν καταλαβαίνουν πότε γίνονται φορτικοί)
Σινασσ.
-Αρχέλ.
|| Ασμ.
Έσπειρα ροβίστρα, σ̑ήκουσα φακουΐστρα
ήρτι ντου πουλίτσι, τώκα, τσάκουσα ντου γ̇ίτσι τ' (Έσπειρα ρεβίθια, μάζεψα φακές,
ήρθε το πουλάκι, το χτύπησα, έσπασα το πόδι του) Μισθ. -Κωστ.Μ. Αδέλφ' αν ήρτες δια καλό τα καλά μ' ασ φορέσω
κι αν πάλι ήρτες για κακό ούλα μ' μαύρ' ας φορέσω
(Αδερφέ μου, αν ήρθες για καλό, να φορέσω τα καλά μου. Κι αν πάλι ήρθες για κακό, ας φορέσω όλο μαύρα) Σινασσ. -Αρχέλ. Gέτζα ζούμουσ', gέτζα κόλλησ', gέτζα γέλα στσ̑ην γκαμάρα
(Αργά ζύμωσε, αργά ψήσε, αργά έλα στην καμάρα) Σίλ. -Κωστ.Σ.
ήρτι ντου πουλίτσι, τώκα, τσάκουσα ντου γ̇ίτσι τ' (Έσπειρα ρεβίθια, μάζεψα φακές,
ήρθε το πουλάκι, το χτύπησα, έσπασα το πόδι του) Μισθ. -Κωστ.Μ. Αδέλφ' αν ήρτες δια καλό τα καλά μ' ασ φορέσω
κι αν πάλι ήρτες για κακό ούλα μ' μαύρ' ας φορέσω
(Αδερφέ μου, αν ήρθες για καλό, να φορέσω τα καλά μου. Κι αν πάλι ήρθες για κακό, ας φορέσω όλο μαύρα) Σινασσ. -Αρχέλ. Gέτζα ζούμουσ', gέτζα κόλλησ', gέτζα γέλα στσ̑ην γκαμάρα
(Αργά ζύμωσε, αργά ψήσε, αργά έλα στην καμάρα) Σίλ. -Κωστ.Σ.
2. Επιστρέφω
ό.π.τ.
:
Έρχιτι 'ς σου σπίτι τ'
(Έρχεται στο σπίτι του)
Μαλακ.
-Dawk.
Έρχουνdαι σο σπίτσ̑'
(Έρχονται στο σπίτι)
Τελμ.
-Dawk.
Έρσ̑ιτι σπίτσ̑ιν ντου
(Έρχεται στο σπίτι του)
Σίλ.
-Dawk.
Ένα μέρα με ντο βαβά τ' πήαν ντο Κράστο· πήραν ό,τι να πάρον 'τον γκαι έροτανdε ντο χωριό τ'νε
(Μια μέρα με τον πατέρα της πήγαν στην πολιτεία· πήραν ό,τι ήταν να πάρουν και επέστρεφαν στο χωριό τους)
Ουλαγ.
-Κεσ.
Άνοιζε το χύρα και τρέχνισ̑κε 'ς σα γιαbάνια και ερχότουν αργάτ'
(Άνοιγε την πόρτα κι έτρεχε στα χωράφια κι ερχόταν το βράδυ)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Ήρτεν· είπεν ντι κι τον άνdρα τ'ς
(Επέστρεψε· είπε στον άντρα της )
Φάρασ.
-Dawk.
Αdένα φσάκ' ψήσ' τα. Να υπάγω πάλι, να νάρτω, ντα φάω
(Αυτό σκότωσε το, μαγείρεψέ το. Θα ξαναφύγω· θα επιστρέψω να το φάω )
Φάρασ.
-Cost.
Τσ̑όουν σ' Γερμανία, δούλεψιν, ποίκιν παράϊα, ήρτιν, ποίκιν σπίτια, ποίκιν σουπερμάρκετ
(Ήταν στην Γερμανία, δούλεψε, έκανε λεφτά, επέστρεψε, έκανε σπίτια, έκανε σουπερμάρκετ)
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
'φόν ερούτανε ασ’ το κουρμπετλίκ’, παίνισκαν να το είπ’νε «Καλώς ήρτες»
(Όταν ερχότανε από την ξενιτιά, πήγαιναν να του πούνε «Καλώς ήρθες»)
Φλογ.
-ΚΜΣ-ΚΠ190α
|| Παροιμ.
Συ 'φότες πααίνκες, 'γώ 'ρχούμουνα
(Όταν εσύ πήγαινες, εγώ ερχόμουν˙ σε περιπτώσεις που διαθέτουμε μεγαλύτερη εμπειρία από κάποιον άλλο)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
Συνών.
γυρίζω, κλώθω
3. Πηγαίνω
Αξ., Μισθ., Ουλαγ., Φάρασ.
:
Dεν ανλάσε ντα πρόατα. Αφήκιν ντα· ήρτιν παρέμι
(Δεν μπορούσε να καταλάβει πώς να βόσκει τα πρόβατα. Τα άφησε· πήγε μακριά)
Μισθ.
-Dawk.
Ντο στράτα οπ' έροτανdαι ντο κορίτσ̑' ντο βάβα τ' έπε κι «Ισύ άμε ομbρό γκι ογώνα έρομαι»
(Στον δρόμο που πηγαίνανε το κορίτσι είπε στον μπαμπά του: «Εσύ πήγαινε μπρος κι εγώ έρχομαι»)
Ουλαγ.
-Κεσ.
Ήρτα ογώ στη Μπος
(Πήγα εγώ στην Boss (για να πιάσω δουλειά))
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
|| Παροιμ.
'σο νάρτ'νε ντιαβόλ' ασ' το μύλο, φάισεν ντο
(Μέχρι να φύγουν τα δαιμόνια από τον μύλο, τον έδειρε˙ Η παροιμία λέγεται σε περιπτώσεις μεγάλου ξυλοδαρμού (μεταφορικά κάποιος έδερνε κάποιον μέχρι το πρωί, δηλ. μέχρι την ώρα που τα δαιμόνια που σύμφωνα με τηις λαϊκές δοξασίες μαζεύονται την νύχτα στους μύλους, σηκώνονται να φύγουν το ξημέρωμα))
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
Συνών.
διαβαίνω, πατώ, πηγαίνω
4. Μτφ., επανέρχομαι σε θέμα συζήτησης
Αραβαν.
:
Ας έρτουμ' ντέσ̑κα σο παιρί
(Ας έρθουμε τώρα στο παιδί (στο οποίο ήδη αναφερθήκαμε παραπάνω))
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
5. Για το ζυμάρι, ολοκληρώνεται η ζύμωση
Αξ., Σίλατ., Σινασσ., Φλογ.
:
Ήρτε το ζυμάρ'
(Ήρθε το ζυμάρι, είναι έτοιμο για πλάσιμο και ψήσιμο)
Σινασσ., Φλογ.
-Τακαδόπ.
Το προζ̑ύμ' ήρτεν;
(Έγινε το προζύμι;)
Φλογ.
-ΙΛΝΕ 812