ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

διάτανος (ουσ. αρσ.) διάτανος [ˈðʝatanos] Σινασσ., Φάρασ. Κλητ. διάτανε [ˈðʝatane] Σινασσ. Από συμφυρ. των ουσ. διάβολος και σατανάς. Δεδομένου ότι απαντά η μεσν. λ. διατανοσύνη, η λ. πρέπει να είναι ήδη μεσν. Βλ. ΙΛΝΕ, λ. διάτανος.
1. Διάβολος Σινασσ. Συνών. άνεμος :2, διάβολος, διαβόλι, μερζεβούλ
2. Τετραπέρατος (σαν τον διάβολο) Σινασσ. : Ο Ανέστης, ετά ο διάτανος (Ο Ανέστης, αυτός ο διάβολος) Σινασσ. -Τακαδόπ. Συνών. διάβολος
3. Δαίμονας Φάρασ. Συνών. διάβολος, μερζεβούλ
4. Η κλητ. ως επιφών. θαυμασμού Σινασσ. : Διάτανε! (Διάβολε!) -Βλασ. Συνών. αμάν :2, ήμαρτον