χρυσώνας
(επίθ.)
χρυσώνας
[xriˈsonas]
Τσαρικ.
Από το ουσ. χρυσός και το παραγωγ. επίθμ. -ώνας.
Χρυσός
Συνών.
αλτούνι, αλτουνώνας, μαλαματιώνας, φλουριώνας, χρυσός
Τροποποιήθηκε: 29/06/2025