ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ανθίζω (ρ.) ’θίζω [ˈθizo] Φάρασ. αν-τίζου [anˈtizu] Μισθ. Από το αρχ. ρ. ἀνθίζω.
Ανθίζω ό.π.τ. : || Παροιμ. Οι νομάτοι ζένουν σαμού τρων ντα σταφύλες· οι ναίτσ̑ες ζένουν σαμού 'θίζουν ντα τζίτζιφα (Οι άντρες ανάβουν όταν τρώνε τα σταφύλια· οι γυναίκες ανάβουν όταν ανθίζουν τα τζίτζιφα˙ οι άντρες ερεθίζονται τον Αύγουστο, ενώ οι γυναίκες τον Μάιο) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Κανενός δέντρο γεύξου, το σον ν' ανθίσει (Προσευχήσου για το δέντρο του άλλου για ν' ανθίσει το δικό σου˙ οι ευεργεσίες ανταποδίδονται) Φάρασ. -Λεβίδ.Παροιμ. Συνών. ανοίγω, ξυπνώ :3, πατλαντίζω, τσιτσεκλεντίζω, Αντίθ μαραίνω, μαρώνω