ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

-άς (επίθμ.) -άς [-ˈas] Ανακ., Αραβαν., Αφσάρ., Μαλακ., Μισθ., Σίλατ., Σινασσ., Τσαρικ., Φάρασ., Φκόσ., Φλογ. Μεταγν. επίθμ. -ᾶς για την σημ. 1, το οπ. από το αρχ. επίθμ. -ᾶς, με το οπ. σχηματίζονταν υποκορ. κυρ. ον. ή παρων. τα οπ. δήλωναν ότι ο προσδιοριζόμενος φέρει χαρακτηριστικό ή ιδιότητα που δηλώνεται από την πρωτότυπη λέξη (Chantraine 1933: 31-32· βλ. και σημ. 2 στο παρόν λ.).
1. Μετουσ. επίθμ. για τον σχηματ. επαγγελματικών ουσ. Ανακ., Αραβαν., Μισθ., Τσαρικ., Φάρασ. : ζευγαράς (ζευγάς) Μισθ., Φάρασ. καμινάς (εργαζόμενος σε καμίνι) Φάρασ. χωραφάς (αγρότης) Ανακ. Συνών. -άτος, Πβ. -τζής :1
2. Μετουσ. επίθμ. για τον σχηματ. ουσ. τα οποία δηλώνουν ότι το προσδιοριζόμενο χαρακτηρίζεται από στοιχεία ή ιδιότητες που συνεπάγεται η πρωτότυπη λέξη Αραβαν., Αφσάρ., Τελμ., Φάρασ., Φκόσ. : καβακάς (είδος ασπρόπετρας) Φάρασ. κερατάς (σαλιγκάρι) Φάρασ., Τελμ. κεφαλάς (αρχηγός) Αραβ. ψεματάς (ψεύτης) Φάρασ. Συνών. -άδα :1, -ανός, -άρης :3, -άρι, -άτος, -ερός :1, -λής :1