ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

άλλος (αντων.) άλλος [ˈalos] Καππ. άλλους [ˈalus] Σίλ. άλλο [ˈalo] Ανακ., Αξ., Αραβαν., Γούρδ., Μαλακ., Ποτάμ., Σινασσ., Τελμ., Φλογ. άλλοτ' [ˈalot] Ουλαγ. Θηλ. άλλη [ˈaʎi] Σίλ. Ουδ. άλλου [ˈalu] Μισθ., Σίλ. άβου [ˈavu] Φάρασ. άου [ˈau] Φάρασ. άλλε [ˈale] Ουλαγ. άλλ' [al] Αξ., Μαλακ., Μισθ., Ουλαγ., Σίλ., Φλογ. άβ' [av] Φάρασ. άφ' [af] άο [ˈao] Φάρασ. Από το αρχ. επίθ. ἄλλος. Ο τύπ. άβου με φωνηεντοποίηση του [l] και κατοπινή τροπή σε [v]. Ο τύπ. αφ με αηχοπ. του [v] σε ληκτική θέση. Η σημ. 4 μεσν.· πβ. Γλυκ. Στίχ. 2.225 «Ἄλλο, αὐθέντη, οὐ βλέπεις με, ὁ θάνατος μὲ δράσσει». Ο τύπ. άλλε πιθ. αναλογ. προς το πάλι, όπου και τύπ. πάλε. Ο τύπος άλλοτ' από την συμπροφορά με τύπ. άρθρ. τ-.
1. Δηλώνει την εξαίρεση των προσώπων ή των πραγμάτων που έχουν ήδη αναφερθεί ό.π.τ. : ’σ’ τον ουρανό ξεΐλτ̔σαν τρία μήα: τὄινα σου κάdζ̑εψε, τ’ άβου σου είπεν το παραμύθι (Από τον ουρανό έπεσαν τρία μήλα: το ένα γι' αυτόν που μίλησε, το άλλο γι’ αυτόν που είπε το παραμύθι) Φάρασ. -Dawk. Tις άλλου χιώρ'σιν ντ’ όργου (Ποιος άλλος την έκανε την δουλειά) Μισθ. -Κοτσαν. Και καθέρ'σεν και τ’ άλλο το πορτακάλ' (Και καθάρισε και το άλλο το πορτοκάλι) Τελμ. -Dawk. Σαbαχντάν παίρ τ’ άλλο το βόιδ', και παίν' σο βουνί (Ο τσοπάνης πήρε το άλλο το βόδι, και πήγε στο βουνό) Τελμ. Για είπι μας λίου κυρά Μαρία, ισύ τι σ̑άνεις άλλου; (Για πες μας λίγο κυρά Μαρία, εσύ τι άλλο κάνεις;) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Είσ̑ε τζ̑ι άου πουά μαχτσούμε (Είχε κι άλλα πολλά παιδιά) Φάρασ. -Dawk. Ήγρεψεν κι σο κάχιν του εν ανάου φσ̑όκκο: ήτουν η στσ̑ιάιδη του (Είδε στο πλάι του ένα άλλο παιδάκι: ήταν η σκιά του) Φάρασ. -ΚΜΣ-Θεοδ. || Φρ. Κάλλα πολλά (Και άλλα πολλά˙ άφθονα, πάμπολλα) Φλογ. -ΚΕΕΛ 1361 Ασ' τόνα μ’ το 'φτί μαίν-νε κι ασ' τ’ άλλο μ’ βγ̇αίν-νε (Από το ένα μου αφτί μπαίνουν και από το άλλο μου βγαίνουν˙ γι' αυτούς που δεν δίνουν σημασία στα λόγια του άλλου) Αξ. -Φωστ.-Κεσ. || Ασμ. Μαυρογιάννης απέθανε και άλλοι ψυχομαχούνε (ο Μαυρογιάννης πέθανε και οι άλλοι ψυχομαχούν) Τελμ. -Lag. Συνών. απομεινός
2. Διαφορετικός ό.π.τ. : 'σ' τις ψ̑υσ̑ές τουνε 'ζ' μέρος, αν άβου τίπως τζ̑ο 'υρεύουν (Εκτός από τις ψυχές τους, τίποτε άλλο δεν ζητούν) Φάρασ. -Αναστασ. || Φρ. Απ’ ένα σπίσ̑’ 'ς άλλο σπίσ̑’ κουβαλ̣εί στράκι̯α (Από το ένα σπίτι στο άλλο σπίτι κουβαλάει κομμάτια σπασμένης στάμνας˙ για γυναίκα που μεταφέρει λόγια από σπίτι σε σπίτι) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Άλλο να διείς κι’ άλλο ν’ ακούσεις (Άλλο να δεις κι άλλο να ακούσεις˙ η όραση είναι ισχυρότερη της ακοής) Σινασσ. -Αρχέλ. Άλλο κανείς τα χαζıρλανdίσ̑’ κι άλλο τα τρώει (Άλλος άνθρωπος τα ετοιμάζει και άλλος τα τρώει˙ για άνθρωπο που καρπώνεται τον κόπο κάποιου άλλου) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Άλλοι κάμουν κι άλλοι βρίσκουν (Άλλοι κάνουν και άλλοι βρίσκουν˙ άλλοι έπραξαν και άλλοι ωφελήθηκαν) Σινασσ. -Αρχέλ. Συνών. ενάλλο, μπασκά
3. Επόμενος ό.π.τ. : Τ’ άλλ' ντου μέρα (Την επόμενη μέρα) Μαλακ. -Dawk. Τ’ άλλο τ' ντο μέρα (Την επόμενη μέρα) Ουλαγ. -Dawk. Τ’ άλλον ντο μέρα (Την επόμενη μέρα, μεθαύριο) Ουλαγ. -Κεσ. σ̑ήν αλλ' (Η επόμενη μέρα) Αραβαν. -Dawk. Ας έρτ' τ' άλλου (Να περάσει ο επόμενος) Μισθ. -Κοτσαν. T’ άλλοτ' ντο μέρα αbλά τ' ντο ντο̈σ̑έγι τ' έσεκέν ντο ντο πενdζ̑έ απ'κάτω (Την άλλη μέρα η γυναίκα έστρωσε το κρεβάτι του κάτω από την καταπακτή της οροφής) Ουλαγ. -Dawk. || Φρ. Τ’ άλλο το μέρα (Την άλλη την μέρα˙ μεθαύριο) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Τ’ άλλη τ' μέρα (Την άλλη την μέρα˙ μεθαύριο) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Τ’ άλλ' τ' χρόν' (Τον άλλο τον χρόνο˙ την μεθεπόμενη χρονιά) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Τ' άλλου σήμερα (Το άλλο σήμερα˙ μετά από οκτώ ημέρες) Σινασσ. -Αρχέλ. Συνών. απάνω, δε, σεπιδό
4. Ως επίρρ., στο ουδ. εν., πια Ανακ., Αξ., Αραβαν., Γούρδ., Μισθ., Ουλαγ., Ποτάμ., Σίλ., Σινασσ., Τελμ., Φάρασ., Φλογ. : Χτσού το μαστάρ' γιομώχη ασ' το πολύ γάλα· αλμεξέτ' το άλλο! (Το μαστάρι της αγελάδας γέμισε από το πολύ γάλα· αρμέξτε την πια!) Γούρδ. -Καράμπ. Κούρτα ντου άλλου! Τι ντου γκιαμουρντίζεις; (Κατάπινε πια! Τι το μασάς;) Μισθ. -Κοτσαν. Ζολμόντσαμ' ντα δα λόγια άλλου (Ξεχάσαμε τα λόγια πια) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Άλλου βαρέτηκα να σ' ακούου, λέου, άλλου φτάν' (Βαρέθηκα πια να σ' ακούω, λέω, φτάνει πια) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Απ' τα χέρια 'λλε γκούλτωσα (Γλύτωσα πια απ' τα χέρια σου) Ουλαγ. -Κεσ. Αμάν ε Χεό μ’, έπαρ’ άλλε ντο ψυή μ’ γκι ας γκουλτώσω (Αμάν Θεέ μου, πάρε πια την ψυχή μου κι ας γλυτώσω) Ουλαγ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Έγερ να πάρ' τζ̑αι μένα, 'άν’dα ειπώ τον τατά μου άβ μο το βασιλό τζ̑ο μαργαώνουν (Αν παντρευτεί και εμένα, θα πω στον πατέρα μου να μην πολεμάνε άλλο πια με τον βασιλιά) Φάρασ. -Dawk.Boy Εκείνο κειόσουν! Άλλο δεν έκρεψαν νυφιότ’ (Αυτό ήταν! Δε θέλησαν να εκτελώ τα παραδοσιακά μου καθήκοντα ως νύφη άλλο πια) Αξ. -ΙΛΝΕ 1555 || Ασμ. Κάτσ̑ι, κόρη, τσ̑αν-νή μ' είσου; Αυτού τ' μπαίνει, άλλ' ρε βγαίνει
((Κάθισε, κόρη, είσαι τρελή; Όποιος μπαίνει εκεί, πια δεν βγαίνει)) Σίλ. -Κωστ.Σ.
Συνών. ζαάρ, πιλέ, πίλενε
β. Περισσότερο, πιο ό.π.τ. : Αλλ’ απάνου τ’ (Πιο πάνω από αυτό ) Σίλ. -ΚΜΣ-ΛΚ6 Πήγα μακριά τε ’ς Αι-Γιώργη, Ελενίτσαζ βουνιού το ντερέ κι άλλο μακριά (Πήγα μακριά ως τον Άι-Γιώργη, στο ρέμα του βουνού της Ελενίτσας, κι ακόμα πιο μακριά ) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Έπια ντυό-τρία, άλλου ντε κρεύου (Ήπια δύο, τρία, δεν θέλω άλλο ) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Άου παράδα τζ̑ό 'χου (Δεν έχω άλλα λεφτά ) Φάρασ. -Αναστασ. Τούτου κι άλλ' καλό 'ναι (Αυτό είναι πιο καλό ) Σίλ. -Κωστ.Σ. Ατ' ένι ζαβ καό ασ' τ' ετσείνο (Αυτό είναι πιο καλό από εκείνο ) Φάρασ. -Dawk. 'γώ 'το σες τα είπα για, 'νεκρωστείτε να σες τα ειπώ τζ̑ι άφ' κατινά (Εγώ αυτά σας τα είπα αλλά ακούστε προσεκτικά για να σς τα πω πιο ξεκάθαρα ) Φάρασ. -Θεοδ.Ιστ.