ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ζερβός (επίθ.) ζερβός [zerˈvos] Φάρασ., Φκόσ. ζεβρός [zeˈvros] Αφσάρ. ζεβρό [zeˈvro] Αξ., Μαλακ., Μισθ., Φλογ. Από το μεσν. επίθ. ζερβός = αριστερός. Ο τύπ. ζεβρός με μετάθ. υγρού. Η σημ. 5 επειδή οι Αρμένιοι κάνουν τον σταυρό τους με το αριστερό χέρι (Ανδριώτης 1948: 60). Η σημ. 6 ίσως επειδή η αμερικανική ήπειρος είναι στην αριστερή πλευρά του χάρτη· η λ. στην σημ. 6 χρησιμοποιούταν συνθηματικά κατά την παρουσία Τούρκων (Dawkins 1916: 601).
1. Αριστερός Αφσάρ., Φκόσ. : Ζερβό παραστάδι (Αριστερή παραστάδα πόρτας) Φκόσ. -ΚΜΣ-ΚΠ371 Συνών. σολαχτσής, τσολάχος
2. Αριστερόχειρας Αξ. Συνών. σολαχτσής
3. Στραβός Αξ. : || Παροιμ. Το καμήλ' ρώτ'σαν ντο: «Το γουργούρι ζ' γιατ͑ί 'ναι ζεβρό;», κι εκείνο: «πσ̑ο μ' γιαν 'ναι ορτό;», είπεν (Την καμήλα την ρώτησαν: «Ο λαιμός σου γιατί είναι στραβός;», κι εκείνη: «ποιος μέρος μου είναι ίσιο;», είπε.˙ Για όσους έχουν πολλά ελαττώματα) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Συνών. στραβός, τέρσης
4. Ανάποδος Μισθ. Συνών. αχσί, ντεβρέ, τασίπης, τέρσης
5. Συνθηματ., ο Αρμένιος Αξ., Φάρασ., Φκόσ., Φλογ. Συνών. Αρμένης
6. Το θηλ. ως ουσ., συνθηματικά η Αμερική Φάρασ.