μασάλι
(ουσ. ουδ.)
μασάλι
[maˈsali]
Σινασσ., Τελμ., Φάρασ.
μασάλ'
[maˈsal]
Μισθ.
μασ̑άλ'
[maˈʃal]
Μισθ.
μα̈σα̈́λ'
[mæˈsæl]
Αραβ., Μισθ.
μεσέλ'
[meˈsel]
Αξ., Αραβαν., Μαλακ., Μισθ., Τροχ., Τσαρικ., Φάρασ.
μεσέλι
[meˈseli]
Τσουχούρ.
μετέλ'
[meˈtel]
Ουλαγ., Φερτάκ.
Από το τουρκ. (< αραβ.) ουσ. masal και mesel, όπου και διαλεκτ. τύπ. metel = α) παραμύθι β) παροιμία, παραβολή. Πβ. νεότ. ουσ. μεσελάς (Mackridge 2021: 38).
1. Παραμύθι
ό.π.τ.
:
Τότε κάρεται κελ ογλάνης ασ’ το χύρα αποπίσω και μπασλαdίσ̑’ το μεσέλι τ’
(Τότε κάθεται ο καραφλός πίσω από την πόρτα και αρχίζει το παραμύθι του)
Αραβαν.
-ΙΛΝΕ 638
Εγώ να σας πω ένα μεσέλ'
(Εγώ θα σας πω ένα παραμύθι)
Αραβαν.
-Φωστ.
Είbε μι ’να μεσέλ’
(Μου είπε ένα παραμύθι)
Τσαρικ.
-ΚΜΣ-ΚΠ294
Ας τα είπουμ’ ένα μα̈σα̈́λ’
(Ας τους πούμε ένα παραμύθι)
Αραβ.
-ΚΜΣ-ΚΠ163
Τσ̑ι̂γι̂́ρ’σαν ντο να λαλήσ̑' μετέλια
(Την κάλεσαν να πει παραμύθια)
Ουλαγ.
-Dawk.
Πατισάι̂ μ’, ένα μετέλ’ ας σε πού μι̂, κρεεις μι;
(Βασιλιά μου να σου πω ένα παραμύθι, θέλεις;)
Ουλαγ.
-Κεσ.
Ντου χειμός μάιξαμ' ντα πτιάρια μας σου τουνdούρ απέσ' τσι κάκα μας λέιξιν μας μεσέλια
(Τον χειμώνα βάζαμε τα πόδια μας μέσα στο ταντούρι και η γιαγιά μας έλεγε παραμύθια)
Μισθ.
-Κοτσαν.
Μη με λες σεράντα χρονώ μασάλια
(Μη μου λες παλιές ιστορίες)
Σινασσ.
-Τακαδόπ.
Καθόμαστε, λέισκαμ’ μασάλια
(Καθόμαστε, λέγαμε παραμύθια)
Τελμ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
Κανένα μασ̑άαλ΄ έχ̇εις σα μισ̑ώτικα;
(Έχεις καμιά ιστορία να μας πεις στα μιστιώτικα;)
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
Kανά αβαλντανού μασ̑άλ΄, είπι μας λίου
(Καμιά παλιά ιστορία, πες μας λίγο)
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
Ας ειπούμ' τσι λία μα̈σα̈́λια, έο!
(Aς πούμε και λίγα παραμύθια, ρε!)
Μισθ.
-ΑΠΥ-ΕΝΔ
Πεχερό μ' λέισκιν ούτσ̑α πολλά μεσέλια
(Ο πεθερός μου έλεγε έτσι πολλά παραμύθια)
Μισθ.
-ΑΠΥ-ΕΝΔ
Ε, σου τουντούρ' 'ντου καχόδουτι κανένα μεσέλ' ντε σας λέιξι κάκα σας;
(Ε, όταν καθόσασταν γύρω από το ταντούρι, δε σας έλεγε κανένα παραμύθι η γιαγιά σας;)
Μισθ.
-ΑΠΥ-ΕΝΔ
Αίσωπος, για να μάχ’ να μην είν’ εγωιστής, σ̑άισ̑κ’ ένα μεσέλ’ για το εγωιστή
(Ο Αίσωπος, για να μάθει κάποιος να μην είν' εγωιστής, έφτιαχνε ένα παραμύθι για τον εγωιστή)
Τροχ.
-ΙΛΝΕ 1555
Συνών.
παραμύθι, Πβ.
μεσελές, τεκελεμές :1