ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

γομάρι (ουσ. ουδ.) γομάρι [ɣοˈmari] Φάρασ. γομάρ' [ɣοˈmar] Αραβαν., Γούρδ. γουμάρι [ɣuˈmari] Σίλ., Σινασσ., Φάρασ. γουμάρ' [ɣuˈmar] Ανακ., Αξ., Αραβαν., Γούρδ., Μισθ., Ποτάμ., Σινασσ., Τσαρικ. κομάρ' [koˈmar] Φάρασ. qομάρ' [qoˈmar] Φλογ. κoυμάρ' [kuˈmar] Δίλ. qoυμάρ' [quˈmar] Μαλακ. γκομάρ' [goˈmar] Φλογ. Από το μεταγν. ουσ. γομάριον· οι τύπ. γομάρι, γουμάρι μεσν.
1. Φορτίο υποζυγίου ζώου ό.π.τ. : Παιρπαίνω το γουμάρ’ 'ς το μύλο (Παίρνω και πηγαίνω το φορτίο στον μύλο) Αξ. -Φωστ.-Κεσ. Φέρισ̑κεν ένα qομάρ' ξ̑ύλα (Έφερνε ένα φορτίο ξύλα ) Φλογ. -Dawk. Φόρτωσανε είκοσι καμηλού γομάρε αλτούνε (Φόρτωσαν είκοσι φορτία καμηλών με χρυσάφι) Φάρασ. -Dawk. Τράν' τα γένια σ' που νόσανε εφτά γουμάρια σίγρια (Κοίτα τα γένια σου που γίνανε (πυκνά σαν) εφτά φορτιά αγριόχορτα) Σινασσ. -Τακαδόπ. Τσ̑αι τα πιτόβραδα πάλι φόρτω τα τσ̑' α γουμάριν ξύα τσ̑' εδώ (Και το βράδυ πάλι φόρτωσέ το κι ένα γομάρι ξύλα κι έλα εδώ) Φάρασ. -Αναστασ. Πήραμ’ είκοσ’ γουμάρια σταφύλια (Πήραμε είκοσι φορτία σταφύλια) Αραβαν. -Φωστ. || Παροιμ. Το πολύ γουμάρι φορτώνουν ντα 'ς το λόκι (Το πολύ φορτίο το φορτώνουν στην καμπούρα της καμήλας˙ οι φτωχοί πληρώνουν πάντα περισσότερα από τους πλούσιους) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Πβ. ντέγκι :1
2. Συνεκδ., υποζύγιο ζώο, γάιδαρος Τσαρικ., Φάρασ. Συνών. γάιδαρος :1, γαϊδούρι, εσέκ
3. Συνεκδ., δέμα με τρόφιμα Ανακ.
4. Κάθε βάρος υλικό ή ηθικό Μισθ., Φλογ. : Χεγό μ', έπαρ' του ιτά ντου γομάρ' απαπάνου μ' (Θεέ μου, πάρε αυτό το βάρος από πάνω μου) Μισθ. -ΙΛΝΕ 755 || Φρ. Γούλτωσεν ασ' σο κουμάρ’ (Γλύτωσε από το βάρος˙ ελευθερώθηκε από την εγκυμοσύνη, γέννησε) Φλογ. -ΙΛΝΕ Συνών. βάρος, ζύγι :6
5. Μτφ., με γραμματικοπ., μεγάλη ποσότητα Σινασσ., Φάρασ. : Ψένκανε σα σπίτε τουνε δώδεκα τσ̑εσ̑ίτε φαΐα, α γουμάρι 'άχανα, α χαλτζί χαριένι ρ'βίδι, α χαριένι γιασκαλακί, α χαριένι κ͑οφτές (Μαγείρευαν στα σπίτια τους δώδεκα ειδών φαγιά, ένα σωρό λαχανικά, ένα χάλκινο καζάνι ρεβίθια, ένα καζάνι κολοκύθια, ένα καζάνι κεφτέδες) Φάρασ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Εμείς εδώ έχουμ' ένα γουμάρ' μαχαλάδια (Εμείς εδώ έχουμε ένα σωρό γειτονιές) Σινασσ. -Τακαδόπ. Συνών. γαζά, μπελίκι :3