ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

γαΐμ (επίθ.) γαΐμ [ɣaˈim] Μισθ., Φλογ. Από το τουρκ. διαλεκτ. επίθ. kayım = ανθεκτικός, γερός, συμπαγής (THADS, λ. kayım I).
1. Δυνατός Μισθ. : Γαΐμ σερνικός (δυνατός άντρας) Μισθ. -Κοτσαν. Συνών. αζγούνης :1, γεγίνης, σαγλάμι :1, Αντίθ βακιτσούζη, γουβετσούζης
2. Σκληρός Μισθ. Συνών. αζντουρμά, γάρτης, ζαλίμης :1, μαρσίχι, Αντίθ γιουμουσάχης, μαλακούτσικος
3. Ξερός Φλογ. Συνών. ξερός :1, γκεβρέκι :1
Τροποποιήθηκε: 20/03/2025