ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

τιτίζης (επίθ.) τιτίζης [tiˈtizis] Σίλ., Σινασσ. τ͑ιτ͑ίζ’ [tʰiˈtʰiz] Μαλακ., Φάρασ. Θηλ. τ͑ιτ͑ζού [tʰitʰiˈzu] Φάρασ. Ουδ. τ͑ιτ͑ίζι [tʰiˈtʰizi] Φάρασ. Από το τουρκ. επίθ. titiz = α) αυστηρός β) σχολαστικός.
1. Σχολαστικός Σινασσ.
2. Ιδιότροπος Μαλακ. Συνών. αζγούνης, αντικάς, χοσμαρί, χουιλούς
3. Ευέξαπτος, οργίλος Σίλ., Φάρασ.